βγαίνω να φάω. έχει ζέστη. βγαίνω να πάρω πρωινό. λέω δεν θα πάω στην παραλία, πρέπει να γυρίσω σπίτι να διαβάσω, επιτέλους. παίρνω το πρωινό. σκέφτομαι, καλά θα ήταν να πάρω και τίποτα να πιώ. έχω το βιβλίο μαζί μου ούτως ή άλλως, οπότε θα μπορούσα άνετα να κάτσω κάπου ήρεμα. μπαίνω στο σούπερ μάρκετ. παίρνω έναν ωραίο χυμό. βλέπω κάτι κιτ κατ, αλλά κιτ κατ του ντία. πολύ κουλ φαίνεται. ας πάρω ένα. πηγαίνω στο μέρος που κάθομαι και βλέπω τους σκεϊτάδες. παρατηρώ ότι βαράει ο ήλιος, άρα είναι πολύ πιθανό τα τσιμέντα να καίνε. καλύτερα να μην κάτσω σκέφτομαι, θα καώ.
κάθομαι.
καίει.
ανοίγω το σάντουιτς, και σκέφτομαι ότι είναι παράξενα νόστιμο. παρατηρώ ότι αφού το τσιμέντο καίει, ίσως να μην είναι και πολύ έξυπνο που άφησα την σοκολάτα δίπλα μου ακουμπισμένη. την φέρνω πιό κοντά μου, έτσι ώστε η σκιά που κάνω να πέφτει πάνω της.
ασχολούμαι με το σάντουιτς και διαβάζω το βιβλίο μου. είναι ωραίο αυτό το κεφάλαιο. μιλάει για ένα ζευγάρι που δουλεύουν διαφορετικές ώρες και συναντιούνται μόνο την κυριακή μέχρι την δευτέρα το απόγευμα. πέφτει ο σελιδοδείκτης μου (μία καρτ ποστάλ με το μιλάνο "τη νύχτα") και προσπαθώντας να τον πάρω από κάτω, πέφτει και η σακούλα (την παίρνει ο αέρας, πριν καθόμουν πάνω της) και πέφτουν αλλού και οι χαρτοπετσέτες μου.
τα μαζεύω ατσούμπαλα (έχοντας στο ένα χέρι το βιβλίο και στο άλλο το σάντουιτς) και ξανακάθομαι. τελειώνω με το σάντουιτς και πίνω όλο το χυμό. είναι ωραίος χυμός, τον προτιμάω πολύ συχνά. λέγεται τρόπικαλ, και έχει τροπικά φρούτα αλλά και γάλα. σκέφτομαι ότι θα ήταν καλά να έπινα λίγο και όχι όλο, έτσι ώστε να μου μείνει και για την σοκολάτα.
τον πίνω όλο.
παίρνω την σοκολάτα στα χέρια μου. μου σκάει στιγμιαία ότι από την στιγμή που μου έπεσαν κάτω τα πράγματα και μετά, άλλαξα θέση και την βαρούσε ο ήλιος. την περιεργάζομαι και είναι λιωμένη. σιχαίνομαι να την ανοίξω. συνδυάζοντας αυτό, μαζί με το ότι δεν έχω χυμό, σκέφτομαι ότι το καλύτερο πράγμα που έχω να κάνω είναι να πάω σπίτι (δίπλα είμαι άλλωστε) και να την βάλω στο ψυγείο. ευκαιρία να πάω να διαβάσω και λίγο νωρίτερα δηλαδή. με πείθω με το επιχείρημα μου.
την ανοίγω και είναι λιωμένη.
την τρώω όπως όπως, προσπαθώντας να λερωθώ όσο λιγότερο γίνεται. δεν τα καταφέρνω και γίνομαι κώλος. εκείνη τη στιγμή θυμάμαι ότι μου πέσανε και οι χαρτοπετσέτες κάτω πιό πριν, και μάλλον δεν θα ήταν καλό να τις χρησιμοποιούσα.
η σοκολάτα είναι αρκετά νόστιμη. ξαφνικά συνειδητοποιώ ότι όντως το τσιμέντο είναι πολύ καυτό, και καίγομαι τόσο, που ανατριχιάζω. σαν να ήταν παγωμένο.
σηκώνομαι και έρχομαι σπίτι. προχωρώντας, παράτηρω άλλο ένα καλοσχηματισμένο σώμα σκεϊτά. η ζωή μου τελικά θα είναι πάντα ένα δίλημμα ανάμεσα σε μία καριέρα στο σκέϊτ, και σε μία ακόμα σοκολάτα.
25.4.10
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
πολύ τύπικαλ η κατάληξη να φιλοσοφείς στο τέλος πάλι αντί να διαβάζεις . . .
ΑπάντησηΔιαγραφήkariera sto skate
ΑπάντησηΔιαγραφήαυτό που ανατριχιάζεις σαν ήταν κρύο, ενώ είναι τόσο καυτό το τσιμέντο, είναι πολύ μαλακισμένη κατάσταση...σε κάθε περίπτωση η όλη φάση πρέπει να ήταν πολύ στριμόκωλη!
ΑπάντησηΔιαγραφήτο νιώθεις σπύρο αυτό το κάψιμο ε? το παθαίνω πάντα κάθε καλοκαίρι όταν μπαίνω στο αυτοκίνητο και ακουμπάω τα καυτά πλαστικά. εκείνη την στιγμή δυσκολεύομαι να καταλάβω αν είναι άπειρη ζέστα ή άπειρος πάγος.
ΑπάντησηΔιαγραφήωραίο συναίσθημα όντως.
πω ρε μαλάκα Παναγιωτάκο μου γάμησες το μυαλό, σε νιώθω για τα καλά, μάζεψέ τα και έλα να πάμε για μπάνιο στο Πήλιο...
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Χοσέ Αρκάδιο Μπουενδία, χωρίς να καταλαβαίνει, άπλωσε το χέρι του προς το παγόβουνο, αλλά ο γίγαντας του το 'σπρωξε. "Πέντε ρεάλια ακόμα για να το πιάσεις", είπε. Ο Χοσέ Αρκάδιο Μπουενδία τα πλήρωσε και τότε έβαλε το χέρι πάνω στον πάγο και το κράτησε εκεί κάμποσα λεπτά, ενώ η καρδιά του φούσκωνε από φόβο κι ενθουσιασμό από την επαφή με το μυστήριο. Μην ξέροντας τι να πει, πλήρωσε άλλα δέκα ρεάλια για να ζήσουν κι οι γιοι του αυτή τη θαυμαστή εμπειρία. Ο μικρότερος, ο Χοσέ Αρκάδιο, αρνήθηκε να τ'αγγίξει. Αντίθετα, ο Αουρελιάνο έκανε ένα βήμα μπροστά, ακούμπησε το χέρι του και το τράβηξε αμέσως. "Ζεματάει", φώναξε τρομαγμένος.
ΑπάντησηΔιαγραφή